Πλάσματα θανάτου

γυαλί κεντρί κι όνειρα δίχτυα
σ' ενός τυφλού το πεπρωμένο
ξορκίζει ο θάνατος το ξένο.
Τα λάθη που έριξε η σκιά μου
δεν είναι μοναχά δικά μου
στο δείλι του Άρη π' άγρια πέφτει
στρέφεις την κάννη στον καθρέφτη.
Τη μάσκα την χρυσή κι αν πάρω
μη με θαρρήσεις για κουρσάρο
το βράδυ πίσω θα στη φέρω
τ’ Αχέροντα το δρόμο ξέρω.
Λιγνό στοιχειό γεμάτο γνώση
ήξερε ωστόσο να σκοτώσει
αυγή, του πίθηκου το χέρι
γυρνά μι' ανέμη σ' άλλο αστέρι.
Ζάχος Κανταδόρος