Δευτέρα 15 Οκτωβρίου 2012

Γιώργος Πολυμενάκος - Σαρλ Μπωντλαίρ - Άλμπατρος


Η απόδοση στα ελληνικά του ποιήματος του Μπωντλαίρ
είναι, κατά τη γνώμη μου, εκπληκτικής ομορφιάς:


Σαρλ Μπωντλαιρ - Άλμπατρος
(Απόδοση στα ελληνικά: Αλέξανδρος Μπάρας)

Συχνά για να περάσουνε την ώρα οι ναυτικοί
άλμπατρος πιάνουνε, πουλιά μεγάλα της θαλάσσης,
που ακολουθούνε σύντροφοι, το πλοίο, νωχελικοί,
καθώς γλιστράει στου ωκεανού τις αχανείς εκτάσεις.

Και μόλις στο κατάστρωμα του καραβιού βρεθούν
 αυτοί οι ρηγάδες τ' ουρανού, αδέξιοι, ντροπιασμένοι,
τα κουρασμένα τους φτερά στα πλάγια παρατούν
 να σέρνονται σαν τα κουπιά που η βάρκα τα πηγαίνει.

Πώς κείτεται έτσι ο φτερωτός ταξιδευτής δειλός
τ' ωραίο πουλί, τι κωμικό κι αδέξιο που απομένει
ένας τους με την πίπα του το ράμφος του χτυπά
   κι άλλος, χωλαίνοντας, το πώς πετούσε παρασταίνει.

Ίδιος με τούτο, ο Ποιητής, τ' αγέρωχο πουλί
που ζει στη μπόρα κι αψηφά το βέλος του θανάτου,
σαν έρθει εξόριστος στη γη και στην οχλοβοή
μεσ' στα γιγάντια του φτερά, χάνει τα βήματά του.

----------------------------------------------------------------------------
Παραθέτω το ποίημα στα γαλλικά για σύγκριση
(για όσους γνωρίζουν):

L’ Albatros

Charles Baudelaire

Souvent, pour s’amuser, les hommes d’équipage
Prennent des albatros, vastes oiseaux des mers,
Qui suivent, indolents compagnons de voyage,
Le navire glissant sur les gouffres amers.

A peine les ont-ils déposés sur les planches,
Que ces rois de l’azur, maladroits et honteux,
Laissent piteusement leurs grandes ailes blanches
Comme des avirons traîner à côté d’eux.

Ce voyageur ailé, comme il est gauche et veule!
Lui, naguère si beau, qu’il est comique et laid!
L’un agace son bec avec un brûle-gueule,
L’autre mime, en boitant, l’infirme qui volait!

Le Poète est semblable au prince des nuées
Qui hante la tempête et se rit de l’archer;
Exilé sur le sol au milieu des huées,
Ses ailes de géant l’empêchent de marcher.

From Les Fleurs du Mal | 1861

-------------------------------------------------------------------------------

και στα αγγλικά (πάλι για σύγκριση)

- Υπ' όψιν ότι είναι η πλέον "λογοτεχνική" απόδοση
  που βρήκα στο διαδίκτυο -

The Albatross

Sometimes, to entertain themselves, the men of the crew
Lure upon deck an unlucky albatross, one of those vast
Birds of the sea that follow unwearied the voyage through,
Flying in slow and elegant circles above the mast.

No sooner have they disentangled him from their nets
Than this aerial colossus, shorn of his pride,
Goes hobbling pitiably across the planks and lets
His great wings hang like heavy, useless oars at his side.

How droll is the poor floundering creature, how limp and weak —
He, but a moment past so lordly, flying in state!
They tease him: One of them tries to stick a pipe in his beak;
Another mimics with laughter his odd lurching gait.

The Poet is like that wild inheritor of the cloud,
A rider of storms, above the range of arrows and slings;
Exiled on earth, at bay amid the jeering crowd,
He cannot walk for his unmanageable wings.

— George Dillon, Flowers of Evil (NY: Harper and Brothers, 1936)

-----------------------------------------------------------------------------------------------------------

Βιογραφικά στοιχεία για τον Αλέξανδρο Μπάρα:

-----------------------------------------------------------------------------------------------------------

Δείγματα προσωπικής γραφής:

Μοναξιά
Αλέξανδρος Μπάρας

 
 
Είναι το πυκνό συλλαλητήριο
που οργανώνει μόνος, ένας μόνος,
κάπου ένα μαχαίρι είναι που βρέθηκε
δίχως ν' ακουστεί κανένας φόνος. 

Όπλου είναι βολή χωρίς αντήχηση
στη μεγάλην άμμο μιας Σαχάρας,
πάνω μια χλωμή λειψή πανσέληνος
λιώνει σαν κεράκι της δεκάρας... 

Είναι μια σημαία που ξεχάστηκε
 στον ιστό μετά τη δύση του ηλίου,
ξέθωρο ένα ράκος που φυλάχτηκε
   από εσθήτα περασμένου μεγαλείου. 

΄Ερημος σταθμός το μεσονύχτιο
 υπογείων αστικών σιδηροδρόμων,
 πέτρες φορτωμένον είναι φέρετρο
  που το πάνε τέσσερις στον ώμον. 

Βάρκα είναι στο πέλαγο τ' απέραντο
μ' ένα σκελετό για κωπηλάτη
που ήλιος κατακόρυφος τον στέγνωσε
    και τον λεύκανε της θάλασσας τ' αλάτι.  


Είναι το πουλί που μόνο ξώμεινε
μίλια απ' το κυρίαρχο κοπάδι,
πίσω του το φως της μέρας, σβήνεται
και μπροστά του, πήζει το σκοτάδι...



Στίχοι: Αλέξανδρος Μπάρας
Μουσική: Θάνος Μικρούτσικος
Πρώτη εκτέλεση: Θάνος Μικρούτσικος

ΑΠΟ ΤΟ CD 'Ο ΘΑΝΟΣ ΜΙΚΡΟΥΤΣΙΚΟΣ ΤΡΑΓΟΥΔΑ ΘΑΝΟ ΜΙΚΡΟΥΤΣΙΚΟ' -1998

------------------------------------------------------------------------------------------------------------------

 
 ΝΑΥΣΤΑΘΜΟΥ ΛΥΠΕΣ  
Αλέξανδρος Μπάρας


  Παμπάλαιο κι ερείπιο ένα πλοίο  
είδα άθλια γερμένο σ’ένα πλάϊ,  
με τα πλευρά του που η σκουριά πια τά’χει φάει,
με το τιμόνι του έξω απ’τα νερά,

 σπασμένο,
δαγκωμένο
  απ’ άγνωστο της θάλασσας θηρίο.  

   Τέτοιο τρισάθλιο κι ερείπιο ένα πλοίο…  

Κι όμως –ποιός θα το πίστευε;- 
απ’το γυρτό φουγάρο του φαινόταν
μια υποψία καπνού ν’ αργανεβαίνει
 αδύναμη ψηλά και να σκορπιέται…


(Είχε το ερείπιο μες στα σπλάχνα του κρυμμένη  
μιά τελευταία σπίθα,κι ίσως ίσως
μελλοντικά ταξίδια ονειρευόταν,
ίσως με τέτοια ελπίδα αποκοιμόταν
τα βράδια μες στην πλήξη του ναυστάθμου…)

 Το κοίταζα.Κι ο νους μου άθελα πήγε
   σε κάτι ομοιοκατάντητους ανθρώπους
      που έτσι η ζωή σιγά σιγά τους τρώει…  

         Κι οι παραλληλισμοί, μου ήρθαν αθρόοι.  


(Συνθέσεις, Βιβλίο δεύτερο, 1938 – Άθροισμα, 1933 Ποίηση 1983, Εκδόσεις Κέδρος)
  ------------------------------------------------------------------------------------------------------------------

 
H «Kλεοπάτρα», η «Σεμίραμις» κ’ η «Θεοδώρα»
Αλέξανδρος Μπάρας

 
Ένα κάθε βδομάδα,
στην ορισμένη μέρα,
πάντα στην ίδιαν ώρα,
τρία βαπόρια ωραία,
η «Kλεοπάτρα», η «Σεμίραμις» κ’ η «Θεοδώρα»,
ανοίγουνται απ’ την προκυμαία
στις εννέα,
πάντα για τον Περαία,
το Mπρίντιζι και το Tριέστι,
πάντα. 

 
Xωρίς μανούβρες κ’ ελιγμούς
και δισταγμούς
κι’ ανώφελα σφυρίγματα,
στρέφουνε στ’ ανοιχτά την πρώρα,
η «Kλεοπάτρα», η «Σεμίραμις» κ’ η «Θεοδώρα»,
σαν κάποιοι καλοαναθρεμμένοι
που φεύγουν από ένα σαλόνι
χωρίς ανούσιες χειραψίες
και περιττές. 

 
Aνοίγουνται απ’ την προκυμαία
στις εννέα,
πάντα για τον Περαία,
το Mπρίντιζι και το Tριέστι,
πάντα –και με το κρύο και με τη ζέστη. 

 
Πάνε
να μουντζουρώσουν τα γαλάζια
του Aιγαίου και της Mεσογείου
με τους καπνούς των.
Πάνε για να σκορπίσουνε τοπάζια
τα φώτα τους μέσ’ στα νερά
τη νύχτα. 

Πάνε
πάντα μ’ ανθρώπους και μπαγκάζια… 

 
H «Kλεοπάτρα», η «Σεμίραμις» κ’ η «Θεοδώρα»,
χρόνια τώρα,
κάνουν τον ίδιο δρόμο,
φτάνουν την ίδια μέρα,
φεύγουν στην ίδιαν ώρα. 

 
Mοιάζουν υπάλληλοι γραφείων
που γίνανε χρονόμετρα,
που η πόρτα της δουλειάς,
αν δεν τους δει μια μέρα να περάσουν
από κάτω της,
μπορεί να πέσει. 

 
(Όταν ο δρόμος είναι πάντα ίδιος
τι τάχα αν είναι σε μια ολόκληρη Mεσόγειο
ή απ’ το σπίτι σ’ άλλη συνοικία;)
H «Kλεοπάτρα», η «Σεμίραμις» κ’ η «Θεοδώρα»
είναι καιρός και χρόνια πάνε τώρα
του βαρεμού που ενοιώσαν την τυράννια,
να περπατούν πάντα στον ίδιο δρόμο,
να δένουνε πάντα στα ίδια λιμάνια. 

 
Aν ήμουν εγώ πλοίαρχος,
ναι –si j’étais roi!–
αν ήμουν εγώ πλοίαρχος
στην «Kλεοπάτρα», τη «Σεμίραμη», τη «Θεοδώρα»,
αν ήμουν εγώ πλοίαρχος
με τέσσερα χρυσά γαλόνια
κι αν μ’ άφηναν στην ίδια αυτή γραμμή
τόσα χρόνια,
μια νύχτα σεληνόφεγγη,
στη μέση του πελάγου,
θ’ ανέβαινα στο τέταρτο κατάστρωμα
κι ενώ θ’ ακούγουνταν η μουσική
που θα’ παιζε στης πρώτης θέσης τα σαλόνια,
με τη μεγάλη μου στολή,
με τα χρυσά μου τα γαλόνια
και τα χρυσά μου τα παράσημα,
θα’ γραφα μιαν αρμονικότατη καμπύλη
από το τέταρτο κατάστρωμα
μέσ’ στα νερά,
έτσι με τα χρυσά μου,
σαν αστήρ διάττων

Σαν σήμερα το 1837: Ιδρύεται η Σχολή Καλών Τεχνών των Αθηνών (Σχολείο των Τεχνών)



Έμβλημα της Ανωτάτης Σχολής Καλών Τεχνών






.................

Γιάννης Μόραλης (Άρτα, 23 Απριλίου, 1916 – Αθήνα, 20 Δεκεμβρίου 2009)


 .................

Νίκος Νικολάου (Ύδρα, 1909–Αθήνα, 27 Ιουλίου 1986)


...............

Νικηφόρος Λύτρας (Πύργος Τήνου 1832 – Αθήνα 13 Ιουνίου 1904)


............

Νικόλαος Γύζης 
(Σκλαβοχώρι Τήνου, 1 Μαρτίου 1842–Μόναχο, 22 Δεκεμβρίου 1900
ή 4 Ιανουαρίου 1901 με το νέο ημερολόγιο)


................

Γεώργιος Ιακωβίδης (Χίδηρα Λέσβου, 11 Ιανουαρίου 1853–Αθήνα , 13 Δεκεμβρίου 1932)


................

Simon (Συμεών) Σαββίδης (Πόντος  Mικρασίας 1859 – Αθήνα 1927)


.............

Πολυχρόνης Λεμπέσης (Σαλαμίνα, 1848 – Αθήνα, 1913)


.................

Περικλής Πανταζής (Αθήνα, 13 Μαρτίου 1849 – Βρυξέλλες, 25 Ιανουαρίου 1884)

...................

Κωνσταντίνος Βολανάκης (Ηράκλειο Κρήτης, 1837–Πειραιάς, 29 Ιουνίου 1907)

Ιωάννης Αλταμούρας (Φλωρεντία ή Νεάπολη Ιταλίας, 1852 – Σπέτσες, Μάιος 1878)      

Νικόλαος Λύτρας (Αθήνα 1883–Αθήνα 1927) 

Σπύρος Παπαλουκάς (Δεσφίνα Φωκίδας, 1892–Αθήνα, 3 Ιουνίου 1957) 

Φώτης Κόντογλου  
(πραγματικό όνομα Φώτιος Αποστολέλης: 
Αϊβαλί Μικράς Ασίας, 8 Νοεμβρίου 1895 – Αθήνα, 13 Ιουλίου 1965)

Γιάννης Τσαρούχης (Πειραιάς 13 Ιανουαρίου 1910 - Αθήνα 1989)

Νίκος Εγγονόπουλος (21 Οκτωβρίου 1907 - 31 Οκτωβρίου 1985) 

Νίκος Χατζηκυριάκος-Γκίκας (26 Φεβρουαρίου 1906 - 3 Σεπτεμβρίου 1994)

Γιώργος Μπουζιάνης (Αθήνα, 1885 – Αθήνα, 23 Οκτωβρίου 1959)

Γιώργος Γουναρόπουλος 
(Σωζόπολη, Μαύρη Θάλασσα (σημερινή Βουλγαρία), 22 Μαρτίου 1889 – 
Αθήνα, 17 Αυγούστου 1977)

.................
   
Γιάννης Γαΐτης (Αθήνα, 4 Μαρτίου 1923 - 22 Ιουλίου 1984, Αθήνα)

 ................


Γιάννης  Σπυρόπουλος 
(12 Μαρτίου 1912, Πύλος  Μεσσηνίας  - 18 Μαίου 1990, Αθήνα)


.....................

Παναγιώτης Τέτσης (Ύδρα, 1925)

...............
Δημήτρης Μυταράς (Χαλκίδα, Ιούνιος  1934)

 .............

Χρόνης Μπότσογλου (Θεσσαλονίκη, 1941)

................ 

Αλέκος Φασιανός (Αθήνα, 1935)

http://el.wikipedia.org/wiki/%CE%91%CE%BB%CE%AD%CE%BA%CE%BF%CF%82_%CE%A6%CE%B1%CF%83%CE%B9%CE%B1%CE%BD%CF%8C%CF%82

..................
 
 Κωνσταντίνος Βολανάκης - "Μαζεύοντας τα δίχτυα" 1871