Κυριακή 21 Οκτωβρίου 2012

Μάνος Πάνου - " Αυτοσχεδιασμός σε ήχους jazz "



Όταν έρχονται οι μνήμες
Μας βρίσκουν πάντα εδώ
Γονυπετείς ικέτες

Στις χαρακιές του μυαλού
Εσύ που μ' έλειψες τόσο
Περπατάς αγέρωχα

Ο καταρράκτης μας όταν ξεκινάει
Μας ρουφάει
Χωρίς έλεος και χωρίς τέλος

Ποιος να ορίζει
Τη χαρά μας
Ποιος ο μεσεγγυητής της δικαίωσής μας, της στιγμής μας

Το δύσκολο
Είναι να ονειρεύεσαι
Τα πρωϊνά

Γλαυκός ουρανός
Κυανά πετάγματα γλαρόπουλων
Ατάκτως και απεγνωσμένως

Η μαστωδυνία
Είναι από τον πόνο της καρδιάς
Έρχεται από τα μέσα

Το ματζόρε
Κατέβηκε από μόνο του τα σκαλιά σιγά σιγά
Και άραξε στην ανέχεια

Η στιχομυθία
Έγινε με τον καιρό
Στιχοπλοκή

Η στλεγγίδα
Έχασε το σχήμα της
Από τη χρήση της πάνω στο πετσί μας

Η ώχρα του προσώπου μας
Από την Αναγέννηση ακόμη εχρησιμοποιείτο
Για καλλιεπείς πίνακες

Ότε και Όταν
Ότινος και Οτιδήποτε
Εμείς οι άλλοι

Τα ένζυγα μέσα
Ενέχουν
Σκοπιμότητα

Η ενδώσμωση
Του σύμπαντος κόσμου
Εντός μας

Η ανάκτηση
Της παιδικής μας ηλικίας
Ένα ξεφτυσμένο και ξεφτυλισμένο όνειρο

Χανόμαστε μεταξύ μας
Γιατί οι λέξεις μας
Δεν εδράζονται στον ίδιο ορισμό

Ανάλωση
Φύρα, απώλειες και αβυσσαλέες αποκλίσεις
Από την ορθόδοξη συνταγή

Μπροστά στο αναλόγιο
Και με όλα γραμμένα στη λεπτομέρεια
Δεν βγαίνει η φωνή μας

Αναμφήριστη
Η αμόλυντη και αμφίσημη
Ευπρέπειά μας

Η νοερή νίψις
Της νόησής μας
Δεν μας καθιστά εγρήγορους

Η ζωή μας όλη
Ένα φαγητό ανάλαδο
Με των άλλων τις ορμήνειες

Αχ, η νοσογόνος και ευεπίφορη ευδοκίμηση της γης
Μας αφήνει στο τέλος
Άστεγους και ορφανούς

Η μήνις των κραταιών θεών
Μας αναγγέλει ο μηνύτωρ
Είναι δικιά μας μήνις, μιαροί

Η πληρότητα, σκεφτήκατε ποτέ
Πόσο κενό
Εμπεριέχει;

O πρεπούμενος
Μας έχει κάνει ανηλεή ζημιά
Εμάς τους απάτριδες

Η μεσημβρία πώς ανέχεται
Το μεσοδόκιο
Ανάμεσα στις φτέρνες μας;

Οι άγγελοι δεν έχουν γειτονιά
Είναι πάντα μόνοι
Για να μας έχουν στην αποκλειστική κυριότητά τους

Η πυλαία φλέβα μας
Ενώνει εμάς
Και τους πεθαμένους μας

Αν είναι να πεθάνω
Προσφέροντάς σου ένα γάργαρο γέλιο
Ας είναι

Η αυλή και οι αλάνες
Έχουν στοιχειώσει
Και κάνουν σκαλομαρία στην πλάτη μας

Το μεσόνιο των ερώτων μας
Μέσα στο νου μας
Στήνει χορούς πτωματικούς

Τι νάναι η ευαισθησία άραγε
Νάναι η ανασφάλεια και η ορμή μας
Να ζούμε μέσα από άλλους;

Είχα έναν πυράκανθο
Να τον προσέχω
Και μου μαράθηκε χωρίς ένα αντίο

Σύνεση
Μέτρο και ισορροπία
Αυτά, και εμείς αλλού

Ποτέ μου δεν αγάπησα τη φύτρα μου
Κι όμως την αναζητώ αενάως
Αυτήν ως όλον και- αχ -ως ολοκλήρωση

"Ντροπή"
Ετεροπροσδιοριζόμενη
Αλλά αυτοπροσδιοριζόμενη από εμάς τους ριψάσπιδες, εν τέλει

Αποκάλυψη και φανέρωση
Των σπλάχνων μου
Δεν επιτρέπω σε κανένα ανακριτή μου

Το σπείραμα της συνείδησης
Δεν έχει τελειωμό και πόνο
Φτάνει σε εξωτικά αστέρια και συνεχίζει αδιαφορώντας για μας

Η τρεμεντίνα
Μας δίνει απλόχερα το τράτο
Να προτείνουμε κάτι άλλο

Άντεξα όλα τα τραχώνια
Δεν άντεξα όμως με τίποτε
Που μ' έδιωξες από το σπίτι σου

Σε διευκόλυνα σε όλες τις τράνσιτο μεταφορές σου
Όταν όμως κατάλαβα ότι τα τραίνα δεν ήρθαν ποτέ σε μένα
Άρχισα να πηδάω πάνω τους, τρώγοντας σανό και αναζητώντας σε

Πρόδωσα τους φίλους μου
Όταν ένιωσα σε δύσκολες στιγμές
Ότι είμουν φύσει μονήρης

Μονιά, με λέτε, με ένα κέρας
Όχι με δυο
Μομφές σ' εμένα; Τον μέγα αποκωδικοποιητή;

Ο σταυρός
Προέρχεται από το "ίστημι"
Και ίσως και από το "ιστίο"

Η ιστόρηση της ύπαρξής μας
Από τους επόμενους
Θ' αναφέρεται μόνο στους προγόνους μας

Θέλω να κοιμηθω
Σε μια ζεστή αγκαλιά
Και να νιώσω το γλυκερό σιωπηλό νερό και το πύαρ

Άδηλη αλλά και άρρητη και αδίσταχτη
Και αδηφάγος και αδήριτη
Η ανάγκη μου νάχω κάποιον να λέω "καληνύχτα"...


Χρήστος Φλουρής - " Θα πρέπει "



θα πρέπει να ήρθες όταν έπεσε το φως
σαν τον θαλασσινό αέρα να τρύπωσες απ’ τις γρίλιες
αλλιώς πώς να εξηγήσω την σαρωτική αταξία των χαρτιών
απάνω στο γραφείο, πώς τα’ ανακατεμένα μου μαλλιά
και το αρμυρό μου δέρμα;
και σίγουρα πέρασες πρώτα απ’ την αυλή
κι έσεισες τους βασιλικούς και χάιδεψες το γιασεμί
αλλιώς πώς να εξηγήσω την γλυκιάν οσμή
που συνεπήρε την όσφρησή μου;

θα πρέπει σίγουρα να με αγαπά πολύ ο θεός
αλλιώς γιατί να μπει στον κόπο
να μου παραδώσει κατ’ οίκον τη μνήμη σου
και μάλιστα σε ώρα προχωρημένη;
και πώς να εξηγήσω αλλιώς ετούτη
την πληρότητα που νιώθω
στο σώμα, στο μυαλό, στα συναισθήματα
ενώ εσύ είσαι μακριά;

θα πρέπει να με αγαπά πολύ το αδύνατον
αλλιώς πώς εξηγείται να είμαι εδώ
ανάμεσα στα μηρυκαστικά μου ποιήματα
αναμασώντας συνεχώς τα ίδια λόγια
και ταυτόχρονα να ελευθερώνομαι
μονάχα συλλαβίζοντας δρα-πέ-τευ-ση;
και πώς ενώ βρίσκομαι πια χιλιόμετρα μακριά
από την άρνησή σου
να με πονούν ακόμη μέσα μου βαθιά
λέξεις όπως το «μη», το «δεν», το "άσε με";




Γιώργος Λ. Οικονόμου



"Ποίημα -ταχυδρόμος"


Ποίημα -ταχυδρόμος
να χτυπάει το κουδούνι σου
και να του ανοίγεις
χωρίς δεύτερη κουβέντα.
.................

Η ελπίδα μου


Άργησα
να το καταλάβω..
Η αλυσσίδα μου
ήταν η ελπίδα μου.
.................


Τα τσιγάρα


Δυό δυό
ανάβω τα τσιγάρα
όπως τα κεριά
ένα για τους ζωντανούς
ένα για τους πεθαμένους.
.................