Τρίτη 25 Μαρτίου 2014

Edvard Munch



«Προσπαθώ να ανατέμνω την ψυχή» 

Έντβαρτ Μουνκ




Η Κραυγή

Η Κραυγή (Νορβηγικά: Skrik), 1893 και 1910, 
είναι μία σειρά από εξπρεσιονιστικούς ζωγραφικούς πίνακες 
του Νορβηγού Έντβαρτ Μουνκ (Edvard Munch), 
που απεικονίζει μια αγωνιούσα μορφή 
με φόντο ουρανό σε χρώμα κόκκινο του αίματος. 
Θεωρείται από μερικούς πως συμβολίζει το ανθρώπινο είδος 
κάτω από τη συντριβή του υπαρξιακού τρόμου. 
Το τοπίο στο υπόβαθρο είναι το Οσλοφγιόρντ, 
όπως αυτό φαίνεται από το λόφο του Έκεμπεργκ (Ekeberg), 
στο Όσλο (τότε Κριστιανία) της Νορβηγίας.

Ο Μουνκ δημιούργησε διάφορες εκδοχές της Κραυγής, με διάφορα μέσα. 
Το Μουσείο Μουνκ έχει μια από τις δύο ζωγραφικές εκδοχές (1910) και ένα παστέλ. 
Η Εθνική Πινακοθήκη της Νορβηγίας έχει την άλλη ζωγραφική εκδοχή (1893). 
Μια τέταρτη εκδοχή, σε παστέλ, 
είναι στην ιδιοκτησία του Νορβηγού δισεκατομμυριούχου Πέττερ Όλσεν (Petter Olsen). 
Ο Μουνκ δημιούργησε επίσης μια λιθογραφία (1895) της εικόνας.

Η Κραυγή έχει υπάρξει στόχος πολλών διάσημων κλοπών. 
Το 1994 κλάπηκε η εκδοχή της Εθνικής Πινακοθήκης. 
Ανακτήθηκε αρκετούς μήνες μετά. 
Το 2004 κλάπηκαν από το Μουσείο Μουνκ 
η Κραυγή και η Μαντόννα, έτερος πίνακας του Μουνκ. 
Και οι δύο πίνακες ανακτήθηκαν το 2006. 
Είχαν υποστεί φθορές που έπρεπε να διορθωθούν 
και επέστρεψαν στην κοινή θέα τον Μάιο του 2008.

Ο αρχικός Γερμανικός τίτλος που δόθηκε στον πίνακα από τον Μουνκ ήταν 
Der Schrei der Natur (Ο Λυγμός της Φύσης).
Σε μια σελίδα στο ημερολόγιό του με την επικεφαλίδα Νίκαια 22.01.1892, 
ο Μουνκ περιγράφει την έμπνευσή του για τον αρχικό πίνακα:

"Περπατούσα σ' ένα μονοπάτι με δυο φίλους - ο ήλιος έπεφτε - 
ξαφνικά ο ουρανός έγινε κόκκινος σαν αίμα - 
σταμάτησα, νιώθοντας εξαντλημένος και στηρίχτηκα στο φράχτη - 
αίμα και γλώσσες φωτιάς πάνω από το μαύρο-μπλε φιόρδ και την πόλη - 
οι φίλοι μου προχώρησαν, 
κι εγώ έμεινα εκεί τρέμοντας από την αγωνία - 
κι ένιωσα ένα ατέλειωτο ουρλιαχτό να διαπερνά τη φύση."




"Μαντόνα", 1895 (1902)

Το θέμα παρουσιάζεται σε διάφορους πίνακες των ετών 1893-1902, 
οι οποίοι έφεραν τίτλους σε εκθέσεις, κριτικές και γραπτά του ίδιου του Munch. 
Μέχρι που ο Σουηδός θεατρικός συγγραφέας August Strindberg το 1896, 
αναφέρθηκε στο χαρακτικό ως "Μαντόνα". 
Συνδυάζοντας τη στιγμή της σύλληψης με το ιερό σύμβολο της Μαντόνας - 
το φωτοστέφανο γύρω από το κεφάλι της - 
ο καλλιτέχνης καθορίζει τον έρωτα 
ως ένα κρίκο στην αλυσίδα που συνδέει τη μια γενιά με την άλλη..




Madonna by Edvard Munch 
(CATS critical analysis)

Madonna, (1894), Edvard Munch, oil painting
Madonna by Norweigen expressionist Edvard Munch, as the title implies, depicts Mary, the mother of Jesus Christ. Sigrun Rafter, an art historian at the Oslo National Gallery suggests that Munch intended to represent Mary in the act of intercourse, with “the sanctity and sensuality of the union captured by Munch.” Although others believe it is that of a mature women.  Traditionally in Western culture the body is associated soley with women, where as with men it is the mind, this viewpoint is evident in this painting with this theory serving as justification to deem women as property or objects. Munch inhabits the role of the male artist; He is the creater of the painting with his thoughts and views being at the epicentre.
In this interpretation of Mary, we discover no facts about Mary, she is defined only in context to her sexualism and objectivity. There are no clues to her social class, martial status or identity; Munch haunting apparition examines feminity and the power men have to identify women according to their sexual prowess. The swirling contours denote an absense of reality and an entry into the imagined, subjective expressionism. Munch himself reinforces the ‘male view’ of women and displays the conventional roles which are subscribed to this position in The Madonna. The viewers initial interpretation of the painting will be that of man who is having sexual intercourse with her.  The unusual pose being taken by the women, embdoies some elements of virginity; she has a quiet yet confident disposition.
This floating transitional state of Madonna counters somewhat the  immediacy of the young woman’s body suggesting elusiveness and the ability for women to be seductresses. Madonnas sexuality is exaggerated through the use of her semi-naked body and open and inviting pose; Her eyes are closed, expressing modesty. Her body is visable, twisting towards the light so as to catch more of it, although she does not face the light. This erotic nude appears to float in a dreamlike space, with swirling strokes of deep black almost enveloping her. The typical golden halo Mary has been replaced with a red halo symbolising love, passion and pain. These elements reinforce the ‘male view of women’ and convey power and objectivity towards women.
Munch hand painted The Madonna using oil paints, carefully constructing the painting. Madonna can be rendered to her construction, Munch has shown considerable effort in producing an artwork that he belives parallels the beauty drived from the woman. Munch painted five variations of The Madonna between 1894 and 1895 exploring the psychological angles of the women in the painting, with his later paintings includes an embreyo in the corner of the painting.  This painting itself explores Munchs conflicting view of women being seductress as well as the givers of life.

http://caseywtts.wordpress.com/2012/02/05/madonna-by-edvard-munch-cats-assignment/




Ένα ξεχωριστό χαρακτηριστικό του ζωγράφου, 
ήταν ο τρόπος που φερόταν στα έργα του, 
κυρίως στους πίνακες του, τους οποίους αποκαλούσε "παιδιά" του. 
Άφηνε τους πίνακες έξω στην ύπαιθρο να υποστούν ακραίες καιρικές συνθήκες, 
αυτό που ονόμαζε "αλογοθεραπεία", 
ιατρική έκφραση αργκό 
για την προσπάθεια θεραπείας μιας αρρώστιας με δραστικά φάρμακα, 
είδος μεθόδου που είτε σκοτώνει είτε θεραπεύει. 

Επισκέπτες στο εργαστήριό του, διηγούνται πως 
είδαν πίνακες να έχουν πεταχτεί ψηλά στις μηλιές 
ή να τους έχουν ποδοπατήσει τα σκυλιά του. 
Το αποτέλεσμα ήταν μια ξερή, ματ επιφάνεια που θυμίζει παλιές τοιχογραφίες 
και που διαποτίζει τα έργα με μια αίσθηση περάσματος του χρόνου.   

Όμως, ούτε τα χαρακτικά του γλίτωσαν από την κακομεταχείριση.  
Μάλιστα ένας επισκέπτης διηγήθηκε πως κάποτε 
είδε τον καλλιτέχνη να χρησιμοποιεί ένα από τα χαρακτικά του 
σαν καπάκι για κατσαρόλα μαγειρικής...


Στη δεκαετία του '30 και τη δεκαετία του '40, 
οι Ναζί θεώρησαν τα έργα του "εκφυλισμένη τέχνη" 
και αφαίρεσαν τη δουλειά του από τα γερμανικά μουσεία. 
Ο Μουνκ πληγώθηκε βαθιά, 
καθώς είχε αρχίσει να αισθάνεται τη Γερμανία σαν τη δεύτερη πατρίδα του.
Έχτισε ένα στούντιο και ένα σπίτι στο κτήμα Ekely στο Skøyen του Όσλο, 
όπου και πέρασε τις τελευταίες δεκαετίες της ζωής του. 
Πέθανε εκεί στις 23 Ιανουαρίου 1944, έναν μήνα μετά από τα 80ά γενέθλιά του.




Μουσείο Μουνκ

Το Μουσείο Μουνκ (Νορβηγικά: Munchmuseet) 
είναι μουσείο στο Όσλο της Νορβηγίας 
αφιερωμένο στη ζωή και το έργο του ζωγράφου Έντβαρτ Μουνκ.
Το μουσείο χρηματοδοτήθηκε από τα κέρδη των δημοτικών κινηματογράφων του Όσλο 
και άνοιξε τις πόρτες του το 1963, 
τιμώντας την 100ή επέτειο από τη γέννηση του ζωγράφου. 
Η συλλογή αποτελείται από τα έργα και τα άρθρα 
που κληροδότησε ο Μουνκ στο δήμο του Όσλο, 
επιπρόσθετα έργα που δωρήθηκαν από την αδερφή του, Ίνγκερ Μουνκ, 
και ποικίλα άλλα έργα που αποκτήθηκαν με διάφορους τρόπους. 
Ως αποτέλεσμα αυτών, 
το μουσείο διαθέτει σήμερα στην μόνιμη συλλογή του 
πάνω από τη μισή από την όλη παραγωγή ζωγραφικών πινάκων του καλλιτέχνη 
και τουλάχιστον ένα αντίγραφο από όλες τις εκτυπώσεις του. 
Αυτά ξεπερνούν τους 1.100 ζωγραφικούς πίνακες, 
15.500 εκτυπωμένα έργα που καλύπτουν διάφορα μοτίβα, 
έξι γλυπτά, 
καθώς και 500 πλάκες, 
2.240 βιβλία 
και διάφορα άλλα αντικείμενα.
Επιπροσθέτως της συλλογής αυτής καλλιτεχνικών έργων, 
το μουσείο εμπεριέχει επίσης εκπαιδευτικούς τομείς, καθώς και τομείς συντήρησης. 
Διαθέτει επίσης εγκαταστάσεις για εφαρμοσμένες τέχνες.
Η δομή του μουσείου σχεδιάστηκε από τους αρχιτέκτονες 
Γκούναρ Φούγκνερ (Gunnar Fougner) και Έιναρ Μύκλεμπουστ (Einar Myklebust). 
Ο Μύκλεμπουστ συνέβαλε σημαντικά 
και στην επέκταση και ανακαίνιση του μουσείου το 1994 
για το 50ό αφιέρωμα από το θάνατο του Μουνκ.

***
Την Κυριακή 22 Αυγούστου 2004 
δύο ζωγραφικοί πίνακες του Μουνκ, Η Κραυγή και η Μαντόννα, 
κλάπηκαν από το Μουσείο Μουνκ από μασκοφόρους οπλισμένους. 
Οι κλέφτες ανάγκασαν τους φύλακες του μουσείου να ξαπλώσουν στο έδαφος 
ενώ έκοβαν το καλώδιο που ασφάλιζε τους πίνακες στον τοίχο 
και διέφυγαν με ένα μαύρο Audi A6, το οποίο βρήκε η αστυνομία αργότερα εγκαταλειμμένο. 
Οι πίνακες ανευρέθησαν από την Αστυνομία του Όσλο στις 31 Αυγούστου 2006.




«Η σκέψη μιας διάνοιας είναι αθάνατη»

Έντβαρτ Μουνκ

Ο Μουνκ άφησε πίσω του μια τεράστια πνευματική και καλλιτεχνική παρακαταθήκη, 
σχεδόν 1000 λάδια, 4.500 σχέδια κι υδατογραφίες, 15.400 χαρακτικά και 6 γλυπτά, 
αποτέλεσμα μιας ασταμάτητης δημιουργίας 70 περίπου χρόνων. 




«Από το σάπιο σώμα μου 
  θ' ανθίσουν λουλούδια.. 
Και θα είμαι μέσα τους..
Κι αυτή είναι η αιωνιότητα..»

Edvard Munch



Γέννηση: 12 Δεκεμβρίου 1863, Άνταλσμπρουκ
Θάνατος: 23 Ιανουαρίου 1944, Όσλο

***

ΠηγέςΒικιπαίδεια, orfeas.gr, CASEY WATTS (UNIVERSITY WORK)

***

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου